«Στη θητεία αυτής της κυβέρνησης αποδείξαμε πως η ελληνική Δικαιοσύνη είναι , όντως, «μεταρρυθμίσιμη». Ο δρόμος των μεταρρυθμίσεων όμως δεν έχει τέρμα, πρέπει να υλοποιούμε συνεχώς νέες τομές και να ακολουθούμε τις βέλτιστες πρακτικές, τόσο για την επιτάχυνση των ρυθμών απονομής της Δικαιοσύνης όσο και για τη διασφάλιση του υψηλού επιπέδου της ποιότητας των δικαστικών αποφάσεων», ανέφερε κατά την χθεσινή του παρέμβαση ο Υπουργός Δικαιοσύνης στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών για τη μεταρρύθμιση της ελληνικής Δικαιοσύνης με τίτλο «Η μεταρρύθμιση μιας εξουσίας και η Αφύπνιση μιας ιδέας».
Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση του Υπουργού Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα:
Κατ’ αρχήν, θέλω να χαιρετίσω όσους βρίσκεστε εδώ. Βλέπω πολλά οικεία πρόσωπα. Κυρία Πρόεδρε το Αρείου Πάγου, κύριε Αντιπρόεδρε του ΣτΕ, κύριοι Δικαστικοί Λειτουργοί, κυρία Πρόεδρε της Ένωσης Δικαστών Και Εισαγγελέων.
Κύριοι καθηγητές, κυρίες και κύριοι, θέλω ξεκινώντας να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο, τον κύριο Ευάγγελο Βενιζέλο για την πρόσκληση στον κύκλο, που όπως χαρακτηριστικά λέγεται, κινείται στο χώρο της μεταπολιτικής.
Μεταπολιτική όμως δεν σημαίνει μετά την πολιτική. Σημαίνει στον πυρήνα της πολιτικής, γιατί προάγει όχι μόνο διαπιστώσεις, αλλά και προτάσεις λύσεων βασισμένες στον ορθολογισμό, απαλλαγμένες από την κομματική ή πολιτική σκοπιμότητα.
Δεν θα αναλύσω τη δικαιοσύνη ως ιδέα κατά τη Σωκρατική προσέγγιση. Αυτό άλλωστε νομίζω το απέφυγε και ο κύριος Πρόεδρος στην εναρκτήρια τοποθέτησή του.
Θα επικεντρωθώ στο ρόλο της δικαιοσύνης ως θεσμού για να υποστηρίξω κυρίως συγκεκριμένες απόψεις οι οποίες νομίζω ότι κατά κάποιον τρόπο καταλαμβάνουν τη συνολική προσέγγιση.
Η δικαιοσύνη ως εξουσία δεν υφίσταται σε ουδέτερο θεσμικό περιβάλλον. Ως ανεξάρτητη εξουσία συναρτάται, προσεγγίζεται και λειτουργεί ως αυτόνομος μεν πόλος, αλλά πάντοτε σε σχέση με τις άλλες εξουσίες, την εκτελεστική και τη νομοθετική, τις οποίες εξισορροπεί και ελέγχει συμβάλλοντας στην ορθή λειτουργία του Πολιτεύματος.
Αυτό επιβεβαιώνεται άλλωστε και από την έρευνα που παρουσιάστηκε στον εναρκτήριο κύκλο της εκδήλωσης από το Στράτο Φαναρά, όπου ανέδειξε την υψηλή στατιστική συσχέτιση μεταξύ της αξιοπιστίας των θεσμών και βεβαίως της δικαιοσύνης, με το κύρος της πολιτικής ζωής και την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος.
Με άλλα λόγια υπάρχει μια απόλυτη συσχέτιση της εμπιστοσύνης που μπορεί να δείχνουν οι πολίτες στη δικαιοσύνη και τους θεσμούς, με την εμπιστοσύνη που μπορεί να δείχνουν οι πολίτες στην πολιτεία και στο κράτος κι αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο που πρέπει να κρατήσουμε στο μυαλό μας, προκειμένου να κάνουμε τα επόμενα βήματα.
Επίσης η δικαιοσύνη ως εξουσία και όχι ως ιδέα, δεν υφίσταται σε κενό χώρο και χρόνο. Δεν πρέπει να την αντιμετωπίζουμε μυωπικά, αλλά μακροσκοπικά, ως μέρος ενός ευρύτερου συνόλου.
Η δικαιοσύνη δηλαδή υφίσταται εντός ενός κοινωνικού πολιτικού και ευρύτερου ιστορικού περιβάλλοντος, έχοντας έτσι ευρύτερο ρόλο όχι μόνο για την απόδοση της δικαιοσύνης, αλλά και έναν ρόλο οικονομικό για την προσέλκυση των επενδύσεων και για την υγιή επιχειρηματικότητα, για την ίδια την ανάπτυξη μιας χώρας και ως εκ τούτου έναν ρόλο εθνικό καθώς η λειτουργία της δικαιοσύνης είχε αναχθεί σε μείζονα προτεραιότητα για την έξοδο της χώρας από τη μεταμνημονιακή εποπτεία.
Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι η δικαιοσύνη και η λειτουργία της έχουν άμεση συσχέτιση με την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και αυτό δεν προκύπτει απλά και μόνο από έρευνες ή στατιστικές μελέτες που καταδεικνύουν ότι η ανάπτυξη μιας χώρας έχει άμεσο συσχετισμό με την ίδια τη λειτουργία της δικαιοσύνης, αλλά νομίζω ότι προκύπτει από την ίδια την πραγματικότητα, την οποία είμαστε υποχρεωμένοι και να την καταγράψουμε, αλλά και να την παρακολουθήσουμε.
Θα σας πω ότι βρέθηκα μόνο σε αυτές τις δύο τελευταίες ενότητες του συνεδρίου, αλλά είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τμηματικά αρκετές εισηγήσεις, το διαδίκτυο πλέον μας δίνει την ευκαιρία και τη δυνατότητα να μπορούμε να βρισκόμαστε παντού και να διαπιστώσω ότι υπήρξαν πολλά ερωτήματα τα οποία ετέθησαν στα διαφορετικά πάνελ και τα οποία σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό ουσιαστικά μας δίνουν την ευκαιρία να ξαναδούμε ζητήματα και να ψάξουμε να βρούμε ενδεχομένως την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσουμε.
Υπήρχε ένα θεμελιώδες ερώτημα, το οποίο είτε ελέχθη με σαφή τρόπο, είτε υπονοήθηκε, που επαναλήφθηκε σχεδόν σε όλες τις εισηγήσεις: Το θεμελιώδες ερώτημα πρέπει λίγο να το καταλάβουμε, δεν είναι το ποιος φταίει και βρισκόμαστε εδώ, δεν είναι τι έφταιξε μέχρι σήμερα και βρισκόμαστε εδώ, ούτε είναι αν απέτυχαν οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν διαχρονικά.
Οι αιτίες είναι λίγο-πολύ γνωστές όπως και τα αποτελέσματα που παρήγαγαν ή που συνεχίζουν να παράγονται από αυτές τις μεταρρυθμίσεις που γίνανε στο προηγούμενο χρονικό διάστημα στη δικαιοσύνη.
Δεν είναι επομένως ζητούμενο η απόδοση των ευθυνών αλλά η ανάληψη των ευθυνών κατά την προσέγγιση του Καζαντζάκη, ώστε ο καθένας από εμάς να συμβάλει στην ορθολογικοποίηση του συστήματος.
Είναι αν θέλουμε τις μεταρρυθμίσεις, αν είμαστε να τις υποστηρίξουμε και βεβαίως από όποιο μετερίζι, από όποιο ρόλο και αν υπηρετεί ο καθένας από εμάς μπορεί κάποιες συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις να τις υποστηρίξει με το δικό του τρόπο.
Και επειδή σας είπα ότι άκουσα κάποιες από τις θεματικές και είδα κάποιες από τις θεματικές ενότητες, θα έλεγα ότι μια από τις αρχικές εισηγήσεις που συντονίστρια ήταν η κυρία Μάνδρου, έθετε ένα συγκεκριμένο ερώτημα.
Είναι μεταρρυθμίσιμη η ελληνική δικαιοσύνη; Γιατί νομίζω ότι η κατακλείδα της σημερινής, ουσιαστικά και της σημερινής ημέρας πρέπει να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση.
Εδώ υπάρχουν πολλά ζητήματα τα οποία μπορεί να δει κανείς προσεγγίζοντας την όποια απάντηση. Καταρχήν για τις μεταρρυθμίσεις νομίζω ότι έχει απαντήσει με ευρηματικότητα ο Υπουργός ο κύριος Πιερρακάκης πως είναι σαν τις μεταμοσχεύσεις. Χρειάζεται συμβατότητα μεταξύ δότη και λήπτη.
Παραδείγματος χάριν, ήταν συμβατή με το δικαστικό μας σύστημα η ψηφιακή στρατηγική το 2018; Όταν το ψηφιακό κράτος ήταν ακόμα σε εμβρυικό στάδιο; Προφανώς όχι. Προφανώς όχι.
Σήμερα η ψηφιακή στρατηγική για τη δικαιοσύνη βαδίζει σε ένα βατό δρόμο που άνοιξε η εμπέδωση και η ανάπτυξη του ψηφιακού κράτους από την παρούσα Κυβέρνηση η οποία επέτρεψε τη διανομή των ψηφιακών υπογραφών, συνέβαλε στην ανάπτυξη των εφαρμογών που εντάσσονται στο gov.gr για τα πιστοποιητικά.
Υπήρξε η ανάπτυξη του ΟΣΔΠΠ που προάγει τον ηλεκτρονικό φάκελο και βεβαίως με αυτό τον τρόπο συμβάλει ουσιαστικά στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης.
Αν μιλούσαμε για ψηφιακή δικαιοσύνη πριν από 4 ή 5 χρόνια προφανώς θα μιλούσαμε για κάτι το οποίο δεν μπορούσε να υλοποιηθεί στο πλαίσιο μιας ενότητας που πρέπει να παρακολουθεί ή να προάγει η ίδια η πολιτεία.
Σήμερα είναι προφανώς πολύ πιο ώριμες οι συνθήκες γιατί ήδη η ίδια η πολιτεία έχει κάνει τα δικά της βήματα.
Αντίστοιχα όπως είπα και στην εισαγωγή, η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί σε κενό χρόνο και δεν λειτουργεί προφανώς σε ουδέτερο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο.
Η αξιολόγηση, η δια βίου εκπαίδευση, η λογοδοσία είναι έννοιες που αναπτύσσονται εντός της δικαιοσύνης, παράλληλα με την υπόλοιπη κοινωνία και βεβαίως από μια κυβέρνηση η οποία προάγει τις συγκεκριμένες αρχές. Η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχει μια κεντρική επιλογή, να υπάρχει αξιολόγηση παντού, να υπάρχει δια βίου εκπαίδευση και να υπάρχει λογοδοσία.
Αυτές οι αρχές πρέπει να μεταφερθούν και στη δικαιοσύνη, διότι η ίδια η κοινωνία παρακολουθεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο τι γίνεται σε κάθε θεσμό και βεβαίως πως η ίδια η πολιτεία κάνει τα δικά της βήματα. Αυτό που μπορώ όμως να πω και να επισημάνω, είναι ότι σε αυτή την κυβερνητική θητεία αποδείξαμε ότι η δικαιοσύνη είναι μεταρρυθμίσιμη.
Και βεβαίως θα μπορούσα να μιλάω για πολλές ώρες, αλλά ξέρω ότι βρισκόμαστε στο τέλος μιας κουραστικής μέρα και ήδη βρισκόμαστε εκτός χρόνου του προγράμματος, ωστόσο η «ψηφιακή στρατηγική στη δικαιοσύνη» το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει βρει τον πραγματικό της δρόμο.
Ξέρετε ότι ολοκληρώνουμε τη δεύτερη φάση του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης πολιτικών και ποινικών υποθέσεων, γνωρίζετε ότι πρόκειται να αναβαθμιστεί το ΟΣΔΔΥΔΔ και βεβαίως το πληροφοριακό σύστημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα ενσωματώσαμε νέες εφαρμογές στη δικαιοσύνη, την απομαγνητοφώνηση των πρακτικών των ποινικών δικαστηρίων, το άυλο διαζύγιο, τα ηλεκτρονικά πινάκια που τα παρουσιάσαμε ήδη και στην Αθήνα πριν αρκετούς μήνες, αλλά και στη Θεσσαλονίκη την προηγούμενη εβδομάδα. Είναι ουσιαστικά εφαρμογές οι οποίες δείχνουν ότι η δικαιοσύνη έχει κάνει άλματα στο κομμάτι της ψηφιοποίησης και βεβαίως της ψηφιακής στρατηγικής.
Δεν μείναμε όμως σε αυτό, νομίζω ότι όλοι γνωρίζετε πως τα τελευταία τρία χρόνια στο Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει παραχθεί ένα πραγματικά πλούσιο νομοθετικό έργο. Μάλιστα κατηγορήθηκα για εντατικοποίηση νομοθέτησης από πολλούς εισηγητές άλλων κομμάτων, γιατί εκσυγχρονίσαμε το σύνολο των κωδίκων που υπάρχουν στη δικαιοσύνη, προσπαθώντας ακριβώς να πετύχουμε αποτελέσματα σε εκείνους τους τομείς που φαίνεται για τους πολίτες και για την κοινωνία ότι η δικαιοσύνη υστερεί.
Με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αφενός μεν είχε αναλάβει μια συγκεκριμένη υποχρέωση η προηγούμενη κυβέρνηση να αποστείλει ερωτηματολόγια μετά την αναμόρφωσή του το 2015 προς όλα τα δικαστήρια, αλλά επιπλέον πέραν αυτού και της ενσωμάτωσης όλων των παρατηρήσεων που γίνανε, μιας και υπήρχε μια συμβατική υποχρέωση της χώρας.
Φροντίσαμε να επιταχύνουμε και την πολιτική δικαιοσύνη, ακριβώς μέσα από τη θέσπιση της πιλοτικής διοίκησης στον Άρειο Πάγο. Κύριε Πρόεδρε νομίζω ότι βλέπετε τελευταία ότι υπάρχει ανάγκη να προσφεύγει κανείς στην πιλοτική διοίκηση στον Άρειο Πάγο, μια διαδικασία που στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κύριε Πικραμένε, το ξέρετε καλά, ότι λειτουργεί με πολύ μεγάλη επιτυχία εδώ και περισσότερο από δέκα χρόνια αν θυμάμαι καλά, από το 2011.
Λοιπόν, άρα υπάρχουν βήματα τα οποία γίνονται με συγκεκριμένο τρόπο. Καταφέραμε να ενοποιήσουμε τις διάσπαρτες σε περισσότερα από 100 νομοσχέδια διατάξεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε ένα ενιαίο νομικό κείμενο που αφορά πλέον στη σύγχρονη δικονομία του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ψηφίσαμε το νέο κώδικα δικαστικών υπαλλήλων καθιστώντας τους δικαστικούς υπαλλήλους με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ιδιότητά τους ως πραγματικούς συλλειτουργούς στην κατεύθυνση της απονομής της δικαιοσύνης.
Και βεβαίως θεσπίσαμε και τους δύο νέους κλάδους των δικαστικών υπαλλήλων. Αλλάξαμε τον κώδικα οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών. Είναι η πρώτη φορά και νομίζω ότι οι αγαπητοί δικαστικοί λειτουργοί το γνωρίζουν, που έχουμε σαφή κριτήρια αξιολόγησης κατά την επιθεώρηση των δικαστών. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα στην οποία προφανώς έπρεπε να είχαμε φτάσει εδώ και πολλά χρόνια, από το 1989 αν θυμάμαι καλά είχε να αναμορφωθεί ο κώδικας οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών.
Και βεβαίως με την αλλαγή στον ποινικό κώδικα και στον κώδικα ποινικής δικονομίας φροντίσαμε να συμβάλουμε στην επιτάχυνση της ποινικής δίκης μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες.
Συστήσαμε τα ειδικά τμήματα στα μεγάλα δικαστήρια της χώρας, στα Πρωτοδικεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης και στα Εφετεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Όπου εκδικάζουν κατά προτεραιότητα υποθέσεις αναπτυξιακού χαρακτήρα που αφορούν στην ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες και στα προσωπικά δεδομένα με βάση βέβαια την οδηγία που υπάρχει και από το European Justice Court Board αλλά και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς σε σχέση με το ποιες υποθέσεις κατά βάση απασχολούν τη δικαιοσύνη σε κρίσιμα αναπτυξιακά ζητήματα.
Συστήσαμε τη Διεύθυνση Στατιστικών το λεγόμενο JustStat στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Πραγματικά αναρωτιέμαι, εγώ σήμερα μπορεί να βρίσκομαι σε αυτό το ρόλο ή σε αυτή τη θέση του Υπουργού Δικαιοσύνης αλλά ποιο είναι το κριτήριο με το οποίο καλείται ο όποιος επόμενος Υπουργός Δικαιοσύνης να κάνει συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις όταν δεν έχει τα πραγματικά στατιστικά στοιχεία σε σχέση με κάθε δικαστικό οργανισμό, με κάθε δικαστήριο και με κάθε δικαστικό λειτουργό;
Πώς θα μπορούσε αντικειμενικά να προχωρήσει σε αλλαγές, μεταρρυθμίσεις ή ενδεχομένως σε επιλογές οι οποίες θεραπεύουν τα χρόνια προβλήματα που υπάρχουν στο χώρο της δικαιοσύνης;
Άκουσα με χαρά νωρίτερα το πάνελ στο οποίο προήδρευε ο κύριος Κανελλόπουλος που στην πραγματικότητα επιβεβαίωνε μια στρατηγική επιλογή της Κυβέρνησης να νομοθετήσει για πρώτη φορά ένα λειτουργικό νόμο για τη διαμεσολάβηση.
Υπάρχει αμφιβολία, κυρίες και κύριοι, ότι οι εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών πρέπει να ενσωματωθούν το συντομότερο δυνατό και στη μεγαλύτερη δυνατή έκτασή τους και στο ελληνικό δικαιϊκό σύστημα και στην ελληνική κοινωνία; Δε νομίζω ότι γι΄ αυτό χρειάζεται συζήτηση.
Το θέμα είναι ότι ο καθένας από τη δική του πλευρά πρέπει να κινηθεί στο πλαίσιο των δικών του αρμοδιοτήτων, αλλά βεβαίως και να υιοθετηθεί και μια κουλτούρα η οποία θα μας επιτρέψει το επόμενο χρονικό διάστημα να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι εναλλακτικοί τρόποι εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.
Βεβαίως και με τη διεθνή εμπορική διαιτησία, το είπε ο καθηγητής ο κύριος Καλαβρός, που πλέον είναι έτοιμη να νομοθετηθεί, ώστε να έχουμε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο νομοθετικό πλαίσιο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, που θα βοηθήσει όχι μόνο στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης, όχι μόνο στην υιοθέτηση μιας διαφορετικής κουλτούρας που σωστά αναφέρθηκε στη μνήμη του καθηγητή που επαναλάμβανε ακριβώς την ίδια φράση.
Αλλά εκτιμώ ότι πέραν όλων των άλλων έχει να δώσει πολλά στη χώρα μας, μιας και με ένα ολοκληρωμένο σύστημα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών θα μπορέσουμε να προσελκύσουμε στην Ελλάδα και επιχειρηματικό ενδιαφέρον και υποθέσεις οι οποίες έχουν πραγματικά σημαντικό αναπτυξιακό πρόσημο για τη χώρα μας και βεβαίως έχουν να προσφέρουν πολύ περισσότερα πράγματα.
Τέλος, όπως ενδεχομένως γνωρίζετε, πρόσφατα στο τέλος Ιουλίου νομοθετήσαμε τη Δικαστική Αστυνομία, έναν θεσμό ο οποίος ήταν ένα ζητούμενο για την Ελληνική Πολιτεία από το 1836. Η πρώτη φορά που αναφέρεται κανείς στη σύσταση και στην ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας, ενός θεσμού που λειτουργεί με πραγματικά μεγάλη επιτυχία στις προηγμένες δικαστικά ευρωπαϊκές χώρες, η πρώτη λοιπόν αναφορά γίνεται στα πρώτα χρόνια του νεοελληνικού κράτους το 1836.
Και βεβαίως προσπαθούμε να λύσουμε το συντομότερο δυνατό το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει η δικαιοσύνη στο θέμα της στελέχωσης. Κυρίες και κύριοι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει η ελληνική δικαιοσύνη δεν είναι ο αριθμός των Δικαστών, ούτε φυσικά των Δικηγόρων, είναι ο αριθμός των δικαστικών υπαλλήλων.
Κι επειδή η προσπάθεια του να λυθεί το συγκεκριμένο πρόβλημά μας ανάγκασε να κάνουμε άπειρες συσκέψεις και άπειρες προσπάθειες «βουτιάς», επιτρέψτε μου τη λέξη, στους πίνακες επιτυχόντων του ΑΣΕΠ του 2017, του 2018 και του 2019, δυστυχώς όχι με επιτυχία.
Βρήκαμε ότι ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσει να λυθεί το διαχρονικό όπως τελικά αποδεικνύεται πρόβλημα της στελέχωσης με δικαστικούς υπαλλήλους του ελληνικού δικαστικού συστήματος, είναι να συστήσουμε την κατεύθυνση στην Εθνική Σχολή Δικαστών του τρόπου επιλογής και επιμόρφωσης των δικαστικών υπαλλήλων.
Και θέλω να ευχαριστήσω πραγματικά όλους όσους έχουν συμβάλλει σε αυτό, εσάς ιδιαίτερα κυρία Πρόεδρε του Αρείου Πάγου, την κυρία Παπαδοπούλου τη Διευθύντρια Σπουδών της Εθνικής Σχολής Δικαστών γιατί νομίζω ότι πλέον δίνουμε στην ελληνική δικαιοσύνη τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει μια βασική παθογένεια και ένα τεράστιο πρόβλημα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ήδη το νομοσχέδιο βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση. Θέλω να πιστεύω ότι μέχρι το τέλος του μήνα περίπου θα καταφέρουμε να το κάνουμε νόμο του κράτους. Και πολύ σύντομα στους επόμενους τρεις μήνες να κάνουμε τον πρώτο διαγωνισμό για 550 εγκεκριμένες θέσεις που αυτή τη στιγμή νομίζω ότι θα δώσουν μια πολύ μεγάλη ανακούφιση σε ότι αφορά τη στελέχωση του δικαστικού μας συστήματος από δικαστικούς υπαλλήλους.
Όλα αυτά προφανώς υπηρετούν, μάλλον το καθένα από αυτά, μια συγκεκριμένη θα έλεγα λογική και έχουν ένα συγκεκριμένο στόχο. Εγώ όμως θέλω να είμαι ειλικρινής απέναντί σας. Όση ψηφιοποίηση και να φέρουμε στη δικαιοσύνη, όσο και αν αλλάξουμε τη νομοθεσία εκσυγχρονίζοντας τους κώδικες, όσο και αν φέρουμε εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών, τον κρίσιμο ρόλο νομίζω ότι πρέπει να το δεχθούμε όλοι τον παίζουν οι άνθρωποι.
Εκεί ακριβώς είναι η «λυδία λίθος» αν θέλετε όλων των ζητημάτων που μπορεί να αναφέρονται στη δικαιοσύνη. Και φυσικά αναφέρομαι στους δικαστικούς λειτουργούς, στους δικαστικούς υπαλλήλους και στο νομικό κόσμο, τους δικηγόρους.
Τον κρίσιμο λοιπόν ρόλο τον παίζουν οι άνθρωποι. Και για αυτό εστιάσαμε και με την ανασυγκρότηση της Εθνικής Σχολής Δικαστών και την αναμόρφωση του προγράμματός της σε αυτό το σημείο και βεβαίως με το νέο κώδικα οργανισμού δικαστηρίων και δικαστικών λειτουργών, σε αυτό το σημείο που δείχνει ότι η κατεύθυνση και η σκέψη από την πλευρά του Υπουργείου Δικαιοσύνης είναι το πώς σιγά-σιγά θα αλλάξουμε μια κουλτούρα θα μπορούσα να το πω η οποία θα βοηθήσει και τη μετεξέλιξη του δικαστικού μας συστήματος και βεβαίως τη θεραπεία των παθογενειών όπως αυτές καταγράφονται από την ελληνική κοινωνία και από τους Έλληνες πολίτες.
Εγώ θέλω να δηλώσω ευχαριστημένος και ευτυχής γιατί παρά τις επιφυλάξεις και τους προβληματισμούς που διατυπώθηκαν όλες οι εισηγήσεις έθεταν τα ζητήματα που έχουμε προτεραιοποιήσει στον πυρήνα των αναγκών του δικαστικού μας συστήματος επιβεβαιώνοντας τελικά πως η Κυβέρνηση κινείται στη σωστή κατεύθυνση.
Ωστόσο για την υλοποίηση και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων υπάρχουν συγκεκριμένα προαπαιτούμενα. Απαιτείται συναίνεση πολιτική αλλά και θεσμική. Συναίνεση ισχυρή και καθολική που δεν καταρρέει στο μικροκομματικό υπολογισμό ή στην πρώτη της επαφή με οργανωμένα συντεχνιακά συμφέροντα.
Σε κοινοβουλευτικό επίπεδο κάναμε τα βήματα. Θέλω να σας πω με μεγάλη χαρά ότι τη συντριπτική πλειοψηφία των νομοσχεδίων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, έχουμε ψηφίσει 21 νομοσχέδια σε αυτή την κυβερνητική θητεία μέχρι τώρα, την Πέμπτη θα ψηφίσουμε το 22ο, υπήρξε η λεγόμενη «ευρεία πλειοψηφία». Δηλαδή τουλάχιστον τρία κόμματα ψήφισαν υπέρ αυτών των νομοσχεδίων.
Γι΄ αυτό και πιστεύω ότι σε αυτή την κοινοβουλευτική άσκηση, όπως χαρακτηριστικά λέω και που αφορά στην ψήφιση των νομοσχεδίων του Υπουργείου Δικαιοσύνης από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, έχουμε κάνει ένα πρώτο βήμα κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Αλλά όμως και σε θεσμικό επίπεδο. Οι μεταρρυθμίσεις μας είναι απαύγασμα συναινέσεων με τους δικαστικούς λειτουργούς, τους δικαστικούς υπαλλήλους και τους δικηγόρους. Είναι αλήθεια πως έχει επιτευχθεί σύγκληση στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Δυστυχώς όμως βρισκόμαστε στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Ενώ οι ανάγκες απαιτούν αν όχι τον μέγιστο, ακόμα μεγαλύτερο κοινό παρονομαστή, αυτό είναι που πρέπει να κρατήσουμε στο μυαλό μας.
Υπάρχει τέλος σε αυτή τη διαδρομή των μεταρρυθμίσεων στο χώρο της δικαιοσύνης; Ποτέ. Ας είμαστε ειλικρινείς, δεν υπάρχει ποτέ τέλος. Άλλωστε αν πρέπει να κάνουμε κάποια ερωτήματα είναι πολύ εύκολο να διαπιστώσουμε ότι οι απαντήσεις δεν μπορεί να είναι σαφείς. Πόσος μπορεί να είναι ο εύλογος χρόνος διάρκειας μιας δίκης; Πόσος μπορεί να είναι; Ο εύλογος χρόνος ήταν είναι και παραμένει έννοια αόριστη, έννοια συστελλόμενη και διαστελλόμενη και το ξέρουμε πάρα πολύ καλά.
Όπως αντίστοιχα παραμένει αόριστη η έννοια της ποιότητας, η οποία δεν μετράται αριθμητικά, το ξέρουμε πάρα πολύ καλά κι αυτό. Οφείλουμε όμως να παραμείνουμε σε αυτό το δρόμο και να συμβάλλουμε στη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης.
Και νομίζω ότι αυτό γίνεται και σήμερα, με την εκδήλωση κ. Πρόεδρε του «κύκλου ιδεών». Αναζωπυρώνεται ένας διάλογος που πρέπει να γίνει και γίνεται εκτιμώ, χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς ιδεοληψίες, στη βάση της επιστημονικής ανάλυσης και του ορθολογισμού.
Και νομίζω ότι τα συμπεράσματα τα οποία μπορεί να έχουν εξαχθεί, φαντάζομαι θα ακουστούν αμέσως μετά, από αυτές τις δύο μέρες των πραγματικά σπουδαίων θα έλεγα παρουσιάσεων που έγιναν εδώ, θα βοηθήσουν μια γενικότερη άποψη η οποία διαμορφώνεται, θα βοηθήσουν και θα ενισχύσουν τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που γίνεται το τελευταίο χρονικό διάστημα στη δικαιοσύνη.
Βεβαίως, η δικαιοσύνη δεν είναι ένα ταχύπλοο είναι ένα υπερωκεάνειο όπου οι όποιες στροφές στην κατεύθυνση χρειάζονται χρόνο, χρειάζονται δεξιότητες, χρειάζονται πολύ μεγάλη προσπάθεια.
Εγώ προσωπικά λοιπόν πιστεύω ότι τα επόμενα δύο με τρία χρόνια, με βάση ουσιαστικά τον κύκλο των μεταρρυθμίσεων που έχουν γίνει, με βάση τους νόμους που έχουν ψηφιστεί, με βάση τον εκσυγχρονισμό των κωδίκων τον οποίο επιχειρήσαμε το προηγούμενο χρονικό διάστημα η εικόνα της δικαιοσύνης θα βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό που προσδοκούν οι πολίτες, σε αυτό που αναμένει η κοινωνία και σε αυτό που η ίδια η δικαιοσύνη πρέπει να παρουσιάζει ως θεσμός και εξουσία στην Ελληνική Πολιτεία.
Σας ευχαριστώ πολύ.